Ο Βούθνιακας

Ημουνα πολύ μικρός όταν πρωτοάκουσα την λέξη και φυσικά δεν κατάλαβα περί τίνος πρόκειται. Ρώτησα ξανά και η μάνα μου έδειξε με το χέρι της αλλά δεν μπορούσα να διακρίνω τι είναι μέσα από τους φουντωμένους θάμνους και τα δέντρα που φύτρωναν στις πλαγιές του. Τα παλιά τα χρόνια κυκλοφορούσαν μύθοι για φαντάσματα και παρόμοια που περνούσαν από στόμα σε στόμα χωρίς σοβαρή βάση αλήθειας αλλά σκόπιμα δημιουργούσαν ιστορίες με σκοπό την αποφυγή της προσέγγισης των άλλων.

Θα πρέπει να πήγαινα στο Δημοτικό όταν με πήρε ο πατέρας μου απ’ το χέρι και περάσαμε από το Λαγκάδι αλλά λίγο πιο ψηλά από το σπίτι μας και πήγαμε απέναντι στην Αμπολάδα από όπου αντίκρυσα το σπίτι μας και είδα την πλαγιά που κατέβαινε απότομη χωρίς να μπορώ να δώ το πιο χαμηλό σημείο. Ρώτησα τον πατέρα μου τι είχε εκεί κάτω και μου διηγήθηκε μια ιστορία από τα δικά του παιδικά χρόνια. Ετσι έμαθα ότι εκεί κάτω υπήρχαν τρία πράγματα… τα πετρολάκκια, μια γλίστρα και ένας Οβρός αλλά και πάλι δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήταν αυτά. Εκείνο όμως που θυμάμαι είναι ότι κάποια βράδια που είχε ησυχία και είχε βρέξει αρκετά τις προηγούμενες μέρες ακουγόταν ένας χαρακτηριστικός θόρυβος σαν βουή από το βάθος του λαγκαδιού.

Όταν μεγάλωσα αρκετά και δεν χρειαζόμουν συνοδεία για τις περιπλανήσεις μου στα πέριξ άρχισα τις εξερευνήσεις, στην αρχή με παρέα τους συνομήλικούς μου και στη συνέχεια μόνος μου. Ετσι ξεθάρρεψα και άρχισα να κατεβαίνω από ένα απότομο μονοπάτι κρατώντας τα κλαδιά στην απότομη πλαγιά ακριβώς κάτω από τους δυό μεγάλους βράχους. Τις πρώτες φορές με τον πατέρα μου που με μύησε στην τέχνη των σαλιταριών ως κυνηγό μικρών πουλιών που πήγαιναν να πιούν νερό στο λαγκάδι. Το μέρος ήταν απόμερο, κανείς δεν περνούσε από κεί, το δρομάκι που διέσχιζε το λαγκάδι ήταν αρκετά ψηλότερα και συνήθως δεν είχε νερό σε κείνο το σημείο παρά μόνο όταν είχε βρέξει πολύ. Για κάπου είκοσι μέτρα πάνω κάτω το μέρος ήταν ομαλό χωρίς κλίσεις γεμάτο με λιμνούλες σκαμένες σε σχεδόν συμπαγή βράχο και ήταν ιδανικό για στήσιμο σαλιταριών. Αυτά ήταν τα πετρολάκκια. Όταν προσπαθούσες όμως να κατέβεις χαμηλότερα έφτανες στην γλίστρα, ένα μέρος με απότομη κλίση και ύψος αρκετών μέτρων που δύσκολα μπορούσες να κατεβείς και πολύ δυσκολότερα να ανεβείς. Στο βάθος της γλίστρας το έδαφος ήταν πάλι ομαλό αλλά το νερό όπως έπεφτε με δύναμη από ύψος είχε δημιουργήσει μια μεγάλη λεκάνη γεμάτη νερό, αυτό που ήταν ο Οβρός. Οι πλευρές δεξιά και αριστερά από τον Οβρό και την γλίστρα ήταν εξαιρετικά απότομες και καταπράσινες με κάθε είδους θάμνους, συνήθως κουμαριές, κουκουδιές, κοτσίνια, πλατάνια και άλλα παρόμοια. Πιο πέρα από τον Οβρό το λαγκάδι πλάταινε, είχε χαλίκια και πέτρες και το νερό χανόταν.  Σε κείνο το επίπεδο σπάνια έφτανε ο ήλιος.

Δεν θυμάμαι να κατέβηκα πολλές φορές την γλίστρα γιατί ενώ μπορούσες να κατεβείς προσεκτικά κρατώντας τα κλαδιά στην άκρη, δεν ήταν σίγουρο ότι θα μπορούσες πάντα εύκολα να ανεβείς, ιδιαίτερα όταν υπήρχε έστω και λίγο νερό που γλιστρούσε επικίνδυνα και δεν αγαπούσα τις περιπέτειες. Τότε κατάλαβα γιατί το λαγκάδι σε κείνο το σημείο είχε το όνομα Βούθνιακας. Αρκετά πιο ψηλά το όνομα ήταν διαφορετικό και το θυμάμαι σαν Κρυόνερο, που φαινόταν να κατεβαίνει από το υψίπεδο του Αϊ Γιάννη ενώ πιο χαμηλά, ακριβώς λίγο πιο κάτω από το σπίτι μας ενωνόταν με τον ανώνυμο Λάκκο που είχε σχεδόν πάντα νερό, διέσχιζε την κοιλάδα της Τσιγκούρας και κατέληγε στη Γέννα. Λίγο μετά την Γέννα ενώνεται με τον λάκκο της Παραχώρας και γίνεται ο Λάκκος του Πρίνου που μαζεύει όλα τα νερά της κοιλάδας του Καζαβιτιού και κατεβαίνει ορμητικός διασχίζοντας τις Καλύβες για να καταλήξει στον κάμπο, σ’ τσ’ Αλούπες και στη θάλασσα.


 Το λαγκάδι του Βούθνιακα όπως φαίνεται τον χειμώνα από τον κήπο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η χρονιά του Γιάννη

Ενα τσίμπημα ...μα τι τσίμπημα

Η Φωτεινή συνταξιούχος

Τα φοιτητικά καλοκαίρια

Ο γάμος της Λίνας

Η βιομηχανική πληροφορική... στο βάθος

Μπρός γκρεμός και πίσω ρέμα

Ψάχνοντας θέμα διδακτορικού

Η μεγάλη εκδρομή στην πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ

Πλησιάζοντας τον στόχο